31 Δεκεμβρίου 1822 ήταν η μέρα που το Μεσολόγγι ανάπνευσε ελεύθερα μετά από καιρό. Η πολιορκία της ηρωικής πόλης που ενέπνευσε τον Διονύσιο Σολωμό να γράψει τον Ύμνο εις την Ελευθερία, μόλις είχε λήξει.
Οι πασάδες Ομέρ Βρυώνης και Κιουταχής, επικεφαλής 12.000 ανδρών κατά τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, αποχωρούσαν ταπεινωμένοι και χρεωμένοι την αποτυχία της εκστρατείας τους στη Δυτική Χέρσο Ελλάδα.
Η τακτική του αποκλεισμού της πόλης από τη στεριά από το στρατό των δύο πασάδων και από τη θάλασσα από το στόλο του Γιουσούφ πασά εξάντλησε εξίσου τους πολιορκητές λόγω έλλειψης τροφίμων και πολεμοφοδίων χωρίς να λυγίσει τους λιγοστούς Μεσολογγίτες.
Αντίθετα οι υπερασπιστές της πόλης, οι οποίοι στην έναρξη της πολιορκίας στις 25 Οκτωβρίου 1822 δεν έφταναν τους 700 άνδρες (όσοι είχαν απομείνει από το αποδεκατισμένο στράτευμα του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου μετά τη μάχη στο Πέτα με τους Σουλιώτες των Μάρκου Μπότσαρη και Κίτσου Τζαβέλλα και λίγοι ένοπλοι ντόπιοι) είχαν ενισχυθεί με 1.500 Μωραΐτες υπό τους Μαυρομιχάλη και Λόντο, όταν ο Ανδρέας Μιαούλης διέσπασε τον κλοιό από θαλάσσης.
Ούτε η μεγάλη έφοδος των Οθωμανών την παραμονή των Χριστουγέννων είχε τύχη· αντίθετα τους οδήγησε σε πανωλεθρία, καθώς ο Ηπειρώτης Γιάννης Γούναρης, κυνηγός του Ομέρ Βρυώνη, μετέφερε το σχέδιό τους στους Έλληνες.
Εκείνη τη νύχτα μέτρησαν περίπου 500 Τουρκαλβανούς νεκρούς και τραυματίες έναντι ούτε 10 Ελλήνων.
Έτσι λίγες μέρες μετά, με τις επικοινωνίες κομμένες από τους άντρες του Γενναίου Κολοκοτρώνη και τον χειμώνα να χειροτερεύει τα πράγματα, έλυσαν την πολιορκία και εγκατέλειψαν ντροπιασμένοι το Μεσολόγγι …
Θα επανέρχονταν δυόμισι χρόνια μετά, αλλά μόνο για να δοξαστεί στους αιώνες το Μεσολόγγι!